Δημοσιεύθηκε στο dEasy, 08.07.2009
Αυτή την περίοδο «τρέχει» το πρόγραμμα νεανικής (και γυναικείας) επιχειρηματικότητας. Με λίγα λόγια, το Κράτος προσφέρει μέχρι 100.000 για νέα business plans καινοτόμων επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών, στις οποίες με ποσσοστό τουλάχιστον 75% συμμετέχει «νέος». Ουσιαστικά το Κράτος «διπλασιάζει» τα χρήματα φερέλπιδων επιχειρηματιών μέχρι το παραπάνω ποσό: 40% του αιτούμενου ποσού οφείλει ο επιχειρηματίας να τα διαθέσει ο ίδιος, τα υπόλοιπα «ίδια κεφάλαια» μπορούν να προέρχονται από τραπεζικό δανεισμό.
Δηλαδή, το Κράτος επιδιώκει τη δημιουργία κατά προτίμηση επιχειρήσεων νέων τεχνολογιών συνολικού προϋπολογισμού μέχρι το πολύ 200Κ.
Για να δούμε τώρα τι ακριβώς αγοράζεις με αυτά τα χρήματα.
Το επιχειρηματικό όχημα προφανώς θα είναι ΕΠΕ – με 4,5Κ μετοχικό κεφάλαιο αποτελεί ευκαιρία αυτές τις μέρες. Τα έξοδα σύστασης μπορεί να διαφέρουν σημαντικά, αναλόγως πόσο εξοικειωμένος είναι κανείς με τη διαδικασία και πόσο διατεθειμένος είναι να κάνει πράγματα μόνος του: έστω ότι ως «νέος» θα τρέξει αρκετά και θα τα περιορίσει σε 1,5Κ. Για την περίπτωση της ΕΠΕ απαιτείται και λογιστής με το μήνα, επομένως έχουμε πλέον ξεπεράσει τα 10Κ για το πρώτο έτος λειτουργίας.
Έστω ότι όλα πάνε καλά και η ΕΠΕ ξεκινά. Χρειάζεται έδρα. Ο ελληνικός νόμος είναι ιδιαίτερα αυστηρός στο θέμα αυτό, στέκεται καχύποπτα απένταντι στη «φιλοξενία» και στις «υπομισθώσεις», και η αντιμετώπιση από τις κατά τόπους ΔΟΥ διαφέρει. Με άλλα λόγια, η ΕΠΕ μας, εκτός λίγων εξαιρέσεων, θα χρειαστεί «πραγματική» έδρα, δηλαδή θα πρέπει να πληρώσει ενοίκιο για γραφεία. Ας υποθέσουμε ότι με χώρους γραφείων, εισόδου και ίσως και meeting θα χρειαστεί περίπου 100 τμ. Σε τιμές Αθήνας δύσκολα θα βρεθεί γραφείο αξιόλογο σε αυτά τα τετραγωνικά που να μην προσεγγίζει τα 800 Ευρώ (συν χαρτόσημο και με τις ετήσιες αυξήσεις). Επομένως, για το πρώτο έτος φεύγουν άλλα περίπου 12Κ (με τις συνηθισμένες δύο εγγυήσεις μπροστά).
Η επίπλωση ενός γραφείου με 2-5 θέσεις εργασίας (περιλαμβανομένης μιας ή δυο «διευθυντικών») συν χώροι εισόδου και meeting θα κοστίζουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο 10Κ, όσο «σπαρτιάτικη» και αν είναι η ΕΠΕ μας. Μιλάμε βέβαια για τη διαμόρφωση ενός αξιοπρεπούς χώρου, όπου θα μπορεί να υποδέχεται τους πελάτες της. Στην τιμή αυτή δεν περιλαμβάνονται χωρίσματα και τυχόν απαιτούμενες διαμερισματώσεις – αν χρειαστούν μπορείτε με σιγουριά να προσθέσετε άλλα 10Κ για τον σκοπό αυτόν.
Για hardware θα χρειστούν, σύμφωνα με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς 20-25Κ, και πάλι για 2-5 θέσεις εργασίας, περιλαμβανομένου του σχετικού δικτυακού εξοπλισμού και εγκατάστασης. Αυτό για απλά «μηχανάκια», αν χρειαστούν καλύτερα το κόστος ανεβαίνει δραματικά.
Για software δεν μπορεί κανείς να πει με σιγουριά. Ακόμα πάντως και το απλό windows+office να τρέχουν μόνο τα μέχρι 5 «μηχανάκια» μας, τα 2Κ τα φτάνουμε. Για άδειες χρήσης προγραμματιστών και για τα αντίστοιχα «εργαλεία» τα χρήματα μπορεί να φτάσουν και σε δυσθεώρητα ύψη, αναλόγως του αντικειμένου της επιχείρησης.
Ακόμη, για έξοδα λειτουργίας (φως, νερό, τηλέφωνο, καθαρισμός, κοινόχρηστα, χαρτικά, supermarket) μπορούμε να υπολογίζουμε άλλο ένα ενοίκιο, δηλαδή 800 Ευρώ το μήνα, τουλάχιστον.
Τέλος, φτάνουμε στο δυσκολότερο όλων των θεμάτων, τη μισθοδοσία. Η προκήρυξη απαιτεί τουλάχιστον έναν «νέο» που να κατέχει το 75% του μετοχικού κεφαλαίου, επομένως ας υποθέσουμε ότι η ΕΠΕ μας αποτελείται από δύο «νέους», ο ένας εκ των οποίων διαχειριστής. Δεν θα πρέπει και αυτοί να ζήσουν από τα έσοδα της επιχείρησής τους; Ας υπολογίσουμε λοιπόν ότι θα ζήσουν συγκρατημένα για την αρχή και θα κόβουν μισθό στους εαυτούς τους από 1200 Ευρώ έκαστος το μήνα (12μηνο). Αυτό μας δίνει περίπου 15Κ για τον έναν, 30Κ και για τους δύο. Οφείλουν βέβαια να καταβάλουν εισφορές στους φορείς ασφάλισής τους: ας πούμε ότι ένας «επιεικής» μέσος όρος εισφορών ανέρχεται σε 250 Ευρώ το μήνα ανά άτομο – άλλα 5Κ επομένως κατ’ έτος στο παραπάνω ποσό.
Φυσικά, αν η ΕΠΕ μας έχει ανάγκη γραμματείας ή επιπλέον εργαζόμενων το κόστος αυξάνει αντίστοιχα. Ένας βασικός μισθός κατ’έτος κοστίζει στον εργοδότη περίπου 13Κ, ο μισθός ενός προγραμματιστή (με δελτίο) θα πρέπει να υπολογιστεί τουλάχιστον (εκείνος θα θέλει χρήματα, δεν αναλαμβάνει επιχειρηματικό ρίσκο) όσο και καθενός των ιδιοκτητών.
Αν κανείς κάνει τις προσθέσεις παραπάνω θα διαπιστώσει ότι στην πράξη το Κράτος βοηθά επιχειρήσεις «νέων» να ζήσουν από 1 έως το πολύ 2 έτη, και αυτό σε εξαιρετικά λιτές συνθήκες. Από κει και πέρα είναι μόνες τους. Όπως όμως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, 1-2 έτη είναι πολύ λίγα. Οι «καινοτόμες επιχειρήσεις» δεν πωλούν από την πρώτη μέρα, προφανώς χρειάζεται χρόνος για να αναπτύξουν τις «καινοτόμες» υπηρεσίες ή προϊόντα τους. Μια «καινοτόμος» επιχείρηση, που δεν θα είναι «γενικών καθηκόντων προγραμματισμού», χρειάζεται χρόνο για ανάπτυξη, δοκιμές, πειραματισμό με πιλοτικούς πελάτες, οριστικοποίηση του προϊόντος ή της υπηρεσίας κοκ.
Αυτό που θέλω να πω με όλα τα παραπάνω είναι ότι το κόστος της επιχειρηματικότητας υπο-εκτιμάται στην Ελλάδα σήμερα. Το άνοιγμα μιας αξιόλογης επιχείρησης και το απαραίτητο κεφάλαιο που πρέπει να υπάρχει μέχρι αυτή να «δείξει» τι μπορεί να κάνει, μέχρι δηλαδή τουλάχιστον την πρώτη τριετία λειτουργίας της, είναι πολύ μεγαλύτερο από τα 100Κ ή και τα 200Κ. Δηλώνοντας το ελληνικό Δημόσιο ότι μας φτάνουν 100Κ κάνει λάθος και παρασύρει σε λάθος αντιλήψεις.
Το λάθος αυτό έχει ανυπολόγιστο κόστος που δεν έχει εκτιμηθεί σωστά. Αν ένας ανυποψίαστος επιχειρηματίας πεισθεί και ξεκινήσει αυτή την περιπέτεια, το πιθανότερο είναι ότι θα διαπιστώσει πως, στον δεύτερο χρόνο λειτουργίας της επιχείρησής του και ενώ ακόμα τρέφει ελπίδες για το μέλλον, θα μείνει από καύσιμα. Αυτό έχει ως συνέπεια την, πιθανότατη, εμφάνιση των εξής φαινομένων:
(1) εκκινά τον τραπεζικό δανεισμό με κεφάλαιο κίνησης, υποθηκεύοντας όμως το μέλλον του, αφού δεν πωλεί προϊόντα ώστε να «γυρίζει» τόσο γρήγορα τα χρήματα.
(2) σκέφτεται να καταφύγει σε παραβατικές συμπεριφορές, όχι για να πλουτίσει αλλά για να επιβιώσει: φοροδιαφυγή, παράνομη χρήση λογισμικού, εισφοροδιαφυγή, οτιδήποτε για να διατηρήσει την επιχείρησή του σε ζωή.
(3) «κόβει» τις αναπτυξιακές δαπάνες ακριβώς τη στιγμή που τις χρειάζεται περισσότερο. Για παράδειγμα, έχει μόλις αναπτύξει ένα προϊόν λογισμικού, αλλά δεν προχωρά σε τυχόν απόκτηση Διπλώματος Ευρεσιτεχνίας για την καλύτερη προστασία και εμπορική του εκμετάλλευση, επειδή κοστίζει. Ή, έχει αρχίσει να πουλά σε μεγάλες εταιρείες του εσωτερικού ή του εξωτερικού, αλλά τις συμβάσεις του τις φτιάχνει μόνος του, επειδή δεν μπορεί να πληρώσει εξειδικευμένη νομική υποστήριξη.
Όλα τα παραπάνω οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στη λαθρεπιβίωση. Έτσι όμως και η παραβατικότητα είναι στα ύψη και η κοινωνία, που επιδότησε στην αρχή τον επιχειρηματία να ξεκινήσει, δεν απολαμβάνει οφέλη από την επένδυσή της.
Επομένως, πρέπει επιτέλους να σπάσει το ταμπού της «επιχειρηματικής φτήνιας». Η επιχειρηματικότητα κοστίζει. Πρέπει ξεκάθαρα να πει κάποιος ιδίως στους νέους μας ότι, αναλόγως βεβαίως και ειδικότερου αντικειμένου, αν δεν έχουν εξασφαλίσει τουλάχιστον 200Κ για τα πρώτα έτη λειτουργίας της επιχείρησής τους (ή σίγουρους πελάτες που θα φέρουν τα χρήματα αυτά) θα έχουν πρόβλημα. Προφανώς υπάρχουν εξαιρέσεις στον κανόνα αυτόν, αλλά παραμένουν εξαιρέσεις. Αν δεν αντιληφθεί η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα τα νέα νούμερα, ολόκληρη η ελληνική κοινωνία θα συνεχίσει να ταλαιπωρείται.