Δημοσιεύθηκε στο emea.gr, 8.10.2020
Τα χρηματικά βραβεία του διαγωνισμού Ελλήνων Εφευρετών από τον ΟΒΙ που οριστικοποιήθηκαν και δημοσιεύθηκαν πρόσφατα (10.000 Ευρώ για κάθε μια από τις δυο πρώτες εφευρέσεις ανά κατηγορία: Ερευνητικά Κέντρα και Πανεπιστήμια, Μικρομεσαίες επιχειρήσεις, Ιδιώτες), προσφέρουν μια καλή αφορμή για μερικές σκέψεις περί ανταμοιβής της εφευρετικότητας, κόστους της κατοχύρωσης και προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας και – εύλογων – προσδοκιών των εφευρετών σήμερα (για κάποιες προηγούμενες σκέψεις μου καθώς και το, απαραίτητο, disclaimer, δείτε εδώ):
Ι. Ξεκινώντας από την ανταμοιβή της εφευρετικότητας, θεωρητικά αυτήν την εξασφαλίζει το ίδιο το σύστημα της χορήγησης των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Η νομική θεωρία που στηρίζει τη χορήγησή τους είναι ανταλλακτική: Καταρχήν, προσφέρει στον εφευρέτη ως αντάλλαγμα της εφεύρεσής του και της κοινοποίησής της για το καλό όλων (υπενθυμίζεται ότι κατατίθενται αναλυτικά σχέδια και περιγραφές) ένα μεγάλο χρονικό διάστημα (είκοσι ετών) αποκλειστικής εκμετάλλευσής της. Μόλις αυτό παρέλθει η εφεύρεση ανήκει σε όλους. Μέσα σε αυτά τα είκοσι έτη ο εφευρέτης οφείλει να κάνει ό,τι μπορεί για να αποσβέσει τα έξοδά του και να εισπράξει κέρδος. Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική. Τα είκοσι χρόνια μπορεί να επαρκούσαν εκατό χρόνια πίσω, όταν χορηγήθηκε το πρώτο ελληνικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (με την ευκαιρία του οποίου διοργανώνεται ο φετινός διαγωνισμός), όμως σήμερα είναι απελπιστικά λίγα. Από αυτά πρέπει να αφαιρεθεί ο χρόνος εξέτασης των αιτήσεων κατοχύρωσης από τους Οργανισμούς Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας, αφού μέχρι την οριστική τους απόφαση οι εφευρέτες στην ουσία μόνο ελπίδα έχουν ότι θα αποκτήσουν πατέντα για την εφεύρεσή τους. Ο χρόνος αυτός μπορεί να κυμαίνεται για τις περισσότερες χώρες από 18 μήνες μέχρι έξι χρόνια. Τα υπόλοιπα μέχρι να συμπληρωθεί η εικοσαετία περνούν απνευστί: Σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένης αγοράς οποιαδήποτε συζήτηση για παραγωγή και διάθεση προϊόντων επί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας σε παγκόσμιο δίκτυο μπορεί να κρατήσει χρόνια. Αντικειμενικά, σε σύγχρονες συνθήκες τα είκοσι αρχικά έτη αποκλειστικής εκμετάλλευσης δεν είναι παραπάνω από δέκα.
ΙΙ. Όσον αφορά στο κόστος κατοχύρωσης και προστασίας ενός διπλώματος ευρεσιτεχνίας, και εδώ τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά. Όταν ένα κράτος επί εκατό χρόνια χορηγεί διπλώματα ευρεσιτεχνίας, είναι λογικό το επίπεδο να έχει ανέβει σημαντικά. Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας που έχουν ήδη χορηγηθεί είναι χιλιάδες, και κάθε νέα αίτηση πρέπει όχι μόνο να φέρει κάτι νέο σε σχέση με αυτά αλλά και να είναι πιο καλογραμμένη από τις προηγούμενες. Με άλλα λόγια, η σύνταξη μιας αίτησης για την απόκτηση πατέντας δεν αποτελεί πλέον μια απλή διαδικασία. Παρότι δεν απαιτείται από το νόμο, τις πιο πολλές φορές θα διαπιστώσει κανείς ότι σήμερα ο εφευρέτης χρειάζεται ειδικό συνεργάτη για την προετοιμασία και υποστήριξη της αίτησης και σε αυτό δεν μπορούν να του συμπαρασταθούν πλέον η Υπηρεσία Μιας Στάσης του ΟΒΙ και οι εξεταστές του, όσο φιλική διάθεση και αν επιδείξουν. Με άλλα λόγια, η αποτελεσματική κατοχύρωση πλέον κοστίζει, τόσο στην Ελλάδα όσο και, πολύ περισσότερο, στο εξωτερικό. Σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένου περιβάλλοντος είναι πολύ λίγες οι εφευρέσεις εκείνες που έχουν μόνο ελληνικό ενδιαφέρον. Όμως, οποιαδήποτε απόπειρα Έλληνα εφευρέτη διαβεί τα σύνορα της χώρας για την εφεύρεσή του σύντομα αποδεικνύεται μια πάρα πολύ ακριβή υπόθεση. Το ίδιο άλλωστε ισχύει και για την προστασία της: Η οικονομική εκμετάλλευση μιας πατέντας προϋποθέτει τη σύνταξη και παρακολούθηση εξειδικευμένων συμβάσεων από εξειδικευμένους (νομικούς) συνεργάτες. Αν παρ’ ελπίδα δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα η τυχόν δικαστική ή και εξωδικαστική επίλυσή του ανεβάζει κι άλλο τον λογαριασμό.
ΙΙΙ. Τα παραπάνω θέτουν και τον πήχη για τους σύγχρονους εφευρέτες. Η πατέντα τους πρέπει να είναι καλύτερη από χιλιάδες άλλες (ή και εκατομμύρια, αν ληφθεί υπόψη το διεθνές σύστημα αναζήτησης). Η σύνταξή της, και προφανώς η έρευνα για την ανάπτυξή της, κοστίζουν ακριβά, και το ίδιο ισχύει για την περαιτέρω εκμετάλλευσή της. Ο χρόνος είναι λίγος, ιδιαίτερα για όποιον δεν έχει ήδη σε λειτουργία μηχανισμό παραγωγής και εμπορικής διάθεσης.
Στο πλαίσιο αυτό τα χρηματικά βραβεία του ΟΒΙ είναι ευπρόσδεκτα. Ασφαλώς δεν λύνουν το οικονομικό πρόβλημα των εφευρετών, αφού για την πλήρη εκμετάλλευση μιας πατέντας, αναλόγως του είδους της, μπορεί να απαιτούνται και εκατομμύρια. Δεν είναι όμως και συμβολικό απλώς το ύψος τους, με την έννοια ότι, αν μη τι άλλο, καλύπτουν τουλάχιστον τα έξοδα μιας ικανής κατάστρωσης και εκτέλεσης διεθνούς στρατηγικής κατοχύρωσης και προστασίας. Στο κάτω-κάτω αυτό ακριβώς είναι το καλύτερο στο οποίο μπορεί να ελπίζει σήμερα ένας εφευρέτης: Ότι ένα καλά στημένο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας του θα βγει στον ωκεανό των εκατομμυρίων άλλων από πολυεθνικές, πανεπιστήμια, μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ιδιώτες και θα καταφέρει να επιπλεύσει.