Δημοσιεύθηκε στο dEASY, 27.8.2019

 

Ομολογώ ότι άργησα – αυτό είναι το πρώτο μόλις καλοκαίρι που χρησιμοποίησα Spotify μέσω Bluetooth σύνδεσης στο αυτοκίνητό μου. Όμως, με αυτόν τον τρόπο κατάφερα οπουδήποτε και αν πήγα, σε βουνά και παραλίες, να ακούω την μουσική μου εύκολα και σχετικά άκοπα, αφού ακόμα κι αν δεν είχε internet το κινητό μου οι «κατεβασμένες» λίστες (προνόμιο των επί πληρωμή συνδρομών) κάλυπταν το κενό.

Τίποτα από αυτά δεν υπήρξε αυτονόητο για μένα για δεκαετίες. Ανήκω σε εκείνη την γενιά που πέρασε τα πάνδεινα για να ακούσει την μουσική της, ειδικά στο αυτοκίνητο. Ξεκίνησα, μαθητής ακόμα, με ακριβά βινύλια, φθηνές άγραφες κασέτες και σε μεγάλο βαθμό ηχογράφηση από το ραδιόφωνο.

Οδηγός μπορεί να έγινα όταν πλέον τα CD αντικατέστησαν βινύλιο και κασέτες, όμως τα CD player μακράν απείχαν ακόμα από το να έχουν γίνει τότε, αρχές δεκαετίας του 1990, standard εξοπλισμός στα αυτοκίνητα, επομένως για πολύ καιρό ακόμα ήμουν αναγκασμένος να «περνάω» τα CD μου σε κασέτες ώστε να τα ακούω στο αυτοκίνητο (private copy, δείτε όμως και τον σχετικό διάλογο).

Όταν πλέον το αυτοκίνητό μου απέκτησε CD player (και μάλιστα με δυνατότητα αποθήκευσης 5 CDs(!)) το napster είχε ήδη προλάβει να «σκοτώσει» το CD. Φυσικά, ούτε λόγος τότε, τέλη της δεκαετίας του 1990, για internet στο αυτοκίνητο, επομένως οι επιλογές μου ήταν είτε να συνεχίσω να παίζω τα CD μου στο αυτοκίνητο ή να μετακομίσω στην ψηφιακή εποχή των MP3.

CD στο player του αυτοκινήτου έπαψα σχεδόν αμέσως να παίζω εξαιτίας των ελληνικών δρόμων. Οι λακκούβες και οι κακοτεχνίες αργά ή γρήγορα μου τα κατέστρεφαν. Για κάποιο μικρό διάστημα είχα καταλήξει να έχω μαζί μου ολόκληρο μεταφερόμενο ηχοσύστημα: Φορητό CD player στην θέση του συνοδηγού και σύνδεση μέσω καλωδίου με το σύστημα του αυτοκινήτου. Αυτό έσωσε μεν τα CD μου αλλά ελάχιστα πρακτικό ήταν.

Από την άλλη μεριά είχα και το θέμα των MP3 και του παράνομου downloading. CD είχα και εγώ, όπως όλοι, σταματήσει να αγοράζω. Όμως, τo MP3 downloading, εκτός από πράξη παράνομη που με έκανε να νιώθω άσχημα προς τους αγαπημένους μου καλλιτέχνες, είχε το κακό ότι με γύριζε πίσω στην εποχή της κασέτας: Κατέβασμα και εγγραφή σε άδεια CD (ή και minidiscs, και εκεί κατέφυγα για μια περίοδο!), ώστε να παίξουν στο «μεταφερόμενο ηχοσύστημα» παραπάνω. Για την ποιότητα της αναπαραγωγής, βέβαια, ούτε κουβέντα.

Τα smartphones πάλι άλλαξαν το παραπάνω μοντέλο. Με την έλευση των iTunes (που μόλις αποχαιρετήσαμε) μπήκα στον κόπο να περάσω όλα τα CD μου και ό,τι άλλη μουσική είχα σε αυτά και μέσω αυτών στο κινητό μου. Έτσι, για κάμποσα χρόνια και μέχρι πριν λίγο καιρό μουσική στην ουσία στο αυτοκίνητο άκουγα είτε με ακουστικά (πράγμα απαράδεκτο από άποψη ασφάλειας) είτε συνδέοντας με καλώδιο το κινητό με το ηχοσύστημα του αυτοκινήτου, πράγμα και πάλι ελάχιστα πρακτικό.

Έτσι ακριβώς (smartphone για μένα και CD για τα παιδιά, όπου όμως έφτασα να έχω αγοράσει την Λιλιπούπολη τρείς φορές…) έφτασα στο παρόν. Όπως είπα στην αρχή, μόλις αυτό το καλοκαίρι, με Spotify premium απέκτησα και άριστη ποιότητα αναπαραγωγής και τη δυνατότητα να κατεβάσω αξιόλογο όγκο μουσικής ώστε να μην μου λείψει τίποτα ακόμα και όταν οδηγούσα στα βουνά. Θα μπορούσα να πω, επιτέλους, ότι το πρόβλημα λύθηκε.

Γιατί όλη αυτή η μακροσκελής νοσταλγική αναδρομή καλοκαιριάτικα; Δεν είναι μόνο ο ενθουσιασμός μου για ένα κατά τη γνώμη μου καταπληκτικό προϊόν. Είναι και τα μαθήματα που παίρνουμε από αυτό: Η γενιά μου έζησε σε μια μεταβατική εποχή που περιεχόμενο (μουσική) και υλικός φορέας (βινύλιο, κασέτα, CD) είχαν την ίδια σημασία, τουλάχιστον για τον τελικό χρήστη. Η ψηφιοποίηση έδωσε οριστικά έμφαση στο περιεχόμενο, όπως έπρεπε, όμως η διαδικασία πήρε δεκαετίες να ολοκληρωθεί. Οι χρήστες χάσαμε ώρες, οι καλλιτέχνες χρήματα, η αγορά άλλαξε ριζικά. Όμως τελικά φτάσαμε στο σημείο ωρίμανσης, όπου νόμιμο και ποιοτικό περιεχόμενο είναι εύκολα προσβάσιμο έναντι αμοιβής. Αυτό ακριβώς, δηλαδή, που είναι το ζητούμενο για τον μέσο άνθρωπο.

Αν με ρωτήσετε, προς τα εκεί θα κατευθυνθούν όλα: Όχι μόνο οι ταινίες, όπου το Netflix ήδη μας έδειξε τον δρόμο, αλλά και οι εφημερίδες, οι εκδόσεις, ακόμα και τα social media. Είναι απλά θέμα χρόνου – και κόπου.