Πρόσφατα εκδόθηκε νόμος σύμφωνα με τον οποίο από δω και πέρα τα δεδομένα των επιβατών αεροπλάνων, πλοίων κ.λπ. θα αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας για σκοπούς ασφαλείας.

Τέτοιες επεξεργασίες ξεκίνησαν στην Αμερική το 2001. Μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους οι Αμερικανοί αποφάσισαν ότι ήθελαν να γνωρίζουν όσο πιο αναλυτικά γίνεται ποιοι επισκέπτονται τη χώρα τους. Τις αντίστοιχες επεξεργασίες τις επέβαλλαν στους Ευρωπαίους. Στην αρχή είμασταν διστακτικοί όμως μετά τις επιθέσεις σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αυτό κρίθηκε οριστικά ως μια καλή ιδέα (της οποίας όμως η αποτελεσματικότητα ακόμα δεν έχει αποδειχτεί).

Σε κάθε περίπτωση, η Κοινοτική Οδηγία εκδόθηκε, μετά από πολύ κόπο, το 2016, και ορίστε τώρα ο ελληνικός νόμος που εναρμονίζει την εσωτερική μας νομοθεσία με τις διατάξεις της.

Και τι μας νοιάζει εμάς, θα μου πείτε, και μάλλον θα έχετε δίκιο. Οποιοσδήποτε ταξιδιώτης καθίσει να το σκεφτεί έστω και για λίγο φαντάζομαι ότι θα φανταστεί πως τα δεδομένα του, κατά το χρόνο του ταξιδιού του, τα επεξεργάζονται αρχές ασφαλείας κάπου στην χώρα υποδοχής. Είναι ο κόσμος μας τέτοιος, που δεν νομίζω ότι έχει απομείνει κανείς ανυποψίαστος ως προς αυτό. Και πράγματι θα είχε δίκιο, αφού η αλήθεια είναι ότι και πριν από αυτό τον παραπάνω νόμο δεδομένα επιβατών πράγματι αποτελούσαν αντικείμενο επεξεργασίας για σκοπούς ασφαλείας, απλά ήταν λιγότερα και πιο φτωχά.

Το σημείωμα όμως αυτό δεν το γράφω για να ενημερώσω, ή τουλάχιστον όχι μόνο για αυτό. Πολύ περισσότερο ο νέος νόμος μου δίνει την αφορμή να σας διαβεβαιώσω ότι όση περισσότερη ασφάλεια τόσο περισσότερη ελευθερία για καθέναν μας. Ή, με άλλα λόγια, ότι η ασφάλεια είναι προϋπόθεση της ελευθερίας.

Γνωρίζω πολύ καλά ότι αυτό μπορεί να ακουστεί περίεργο ή ακόμα και ύποπτο. Ο μέσος Έλληνας στα βάθη της ψυχής του είναι δύσπιστος προς την έννοια της ασφάλειας. Γιατί συμβαίνει αυτό δεν μπορώ εύκολα να πω. Ιστορικά δεν το βλέπω να εξηγείται, αφού άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες με ίδια ιστορία δεν νιώθουν έτσι σήμερα. Ίσως να είναι κατάλοιπο της γενιάς του Πολυτεχνείου, η οποία εκτός από τα λεφτόδεντρα μας κληροδότησε και την αρνητική εικόνα για την αστυνομία. Ίσως όμως να είναι και θέμα του, μεσογειακού, DNA μας.

Αν είναι πράγματι θέμα της γενιάς του Πολυτεχνείου τότε με τον ίδιο τρόπο που θα λυθεί το συνταξιοδοτικό θα λυθεί και αυτό το πρόβλημα.

Μέχρι τότε όμως κάποιες σκέψεις σχετικά:

– Βασική προϋπόθεση της ελευθερίας είναι η ασφάλεια. Ο άνθρωπος αν δεν νιώσει ασφαλής δεν μπορεί να νιώσει ελεύθερος. Θα έχει σταματήσει πολύ πριν, στο στάδιο ακόμα εκείνο που φοβάται. Που φοβάται για την σωματική ή ψυχική-συναισθηματική του ακεραιότητα. Ότι δηλαδή είναι πιθανό κάποιος να ασκήσει σωματική ή ψυχολογική βία πάνω του. Ότι μπορεί ο ίδιος ή οι γύρω του να πάθουν κάτι κακό. Και, όποιος φοβάται δεν είναι ελεύθερος.

– Απαιτείται επομένως ο άνθρωπος να νιώθει ασφαλής. Πως γίνεται αυτό; Στα οργανωμένα κράτη αυτή είναι μια παροχή του κράτους. Στα δημοκρατικά οργανωμένα κράτη αυτή είναι μια παροχή που παρέχεται βάσει δημοκρατικά αποφασισμένων κανόνων. Κανόνες που ακολουθούν όλοι: Οι πολίτες, η αστυνομία, τα δικαστήρια, και όσοι ελέγχουν τη λειτουργία όλων αυτών. Κάπως έτσι είναι οι κοινωνίες που ζούμε στον δυτικό δημοκρατικό κόσμο τα τελευταία διακόσια, και βάλε, χρόνια. Οι κατά καιρούς εναλλακτικές, για να το πω κομψά, αποδείχτηκαν ελάχιστα ελκυστικές.

Για να το κάνω επομένως “λιανά”, προκαλώντας και λίγο, η ελευθερία καθενός μας παρέχεται από την αστυνομία. Το ξέρω ότι αυτή η φράση θα έκανε κάμποσους να κουνηθούν από την καρέκλα τους, όμως έτσι ακριβώς είναι. Από μια αστυνομία που εφαρμόζει κανόνες που όλοι μας συν-αποφασίσαμε, και η οποία ελέγχεται στο έργο της από τα όργανα που όλοι μας συν-ιδρύσαμε.

Εναλλακτική δεν υπάρχει. Επειδή ο άνθρωπος έχει έμφυτη ανάγκη να νιώθει ασφαλής, αν αυτό δεν το κάνει η αστυνομία καλά και σύμφωνα με τα παραπάνω τότε τον ρόλο της θα αναπληρώσουν οι αναρχικοί στα Εξάρχεια, οι χρυσαυγίτες στον Άγιο Παντελεήμονα και οι εταιρείες security στα βόρεια προάστια. Η φύση, ως γνωστόν, απεχθάνεται τα κενά.

Για αυτό ένας καινούργιος νόμος με αντικείμενο την ασφάλεια που δημιουργήθηκε από πολίτες για πολίτες είναι λόγος ανακούφισης και όχι ανησυχίας. Επειδή επιτέλους μπαίνουν ισορροπημένοι κανόνες σε πρακτικές που φοβόμασταν ότι ήδη εφαρμόζονταν για το, υποθετικό, καλό μας. Ο νόμος λύνει όλες αυτές τις ανησυχίες – καλύτερα ή χειρότερα αυτό είναι αντικείμενο επιστημονικής ανάλυσης, αλλά πάντως τις καταγράφει και τις αντιμετωπίζει. Επομένως, ανησυχία χρειάζεται μόνο αν θα τα καταφέρουμε με την εφαρμογή του. Αν όσοι κληθούν να τον εφαρμόσουν γνωρίζουν και μπορούν να κάνουν καλά τη δουλειά τους και αν όσοι κληθούν να τους ελέγξουν γνωρίζουν και μπορούν, και κυρίως μένουν ανεπηρέαστοι, στο έργο του ελέγχου τους.