Δημοσιεύθηκε στο emea.gr, 4.8.2019
Το ίδιο το μοντάζ δεν με απασχολεί τόσο εδώ, υποθέτω ότι πια είναι αναπόσπαστο (αν και γραφικό) μέρος μιας έντονης προεκλογικής εκστρατείας όπως αυτή που διανύουμε. Αυτό που με απασχολεί είναι η, μόνιμη, επωδός της Αριστεράς ότι η επιχειρηματικότητα προϋποθέτει την καταπάτηση των εργασιακών δικαιωμάτων. Ότι δηλαδή για να πάνε καλά οι επιχειρηματίες πρέπει να “επικρατήσει η εργασιακή ζούγκλα, η κατάργηση του 8ωρου και του 5ήμερου”.
Κι αν αυτό κάποτε ίσχυε, τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο εκτός πραγματικότητας σήμερα.
Για να το εξηγήσω καλύτερα αυτό πρώτα πρέπει να δούμε τι περιλαμβάνει ο όρος “επιχειρηματικότητα” σήμερα. Σε αδρές γραμμές αυτός διακρίνεται σε “παραδοσιακή” και σε “καινοτόμο” – ή, με άλλα λόγια, σε παραδοσιακές επιχειρήσεις (βιομηχανία, εμπόριο, κατασκευές κοκ.) και σε νέες, “ψηφιακές”.
Αρχίζω με τις τελευταίες, επειδή είναι οι πιο εύκολες. Στην ψηφιακή οικονομία απασχολείται κατά κανόνα υψηλού επιπέδου επιστημονικό προσωπικό, εξειδικευμένο και με “δυνατά” βιογραφικά. Τέτοιο προσωπικό, που άλλωστε ακόμα και στην σημερινή Ελλάδα της κρίσης παραμένει δυσεύρετο, κανένας εργοδότης δεν διανοείται να δυσαρεστήσει μη τηρώντας τα νόμιμα. Ο μόνος που θα έχανε από την τυχόν παραίτησή τους θα ήταν ο ίδιος ο εργοδότης.
Ακόμα όμως και στην παραδοσιακή επιχειρηματικότητα τα πράγματα δεν διαφέρουν πολύ. Μπορεί σε ένα σύγχρονο εργοστάσιο ή κατάστημα το προσωπικό να έχει ίσως μικρότερη επιστημονική κατάρτιση, αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι είναι εύκολα αντικαταστατό. Ο καλός εργάτης και ο καλός υπάλληλος σήμερα πολύ δύσκολα αντικαθίστανται – και αν τυχόν βρεθεί άλλος ισάξιός τους, και πάλι το κόστος επανεκπαίδευσης (για να μην αναφέρει κανείς τις τυχόν απώλειες εξαιτίας προσωπικών σχέσεων) κάνει την αντικατάσταση απολύτως ασύμφορη. Οποιοσδήποτε σήμερα σκέφτεται με όρους “κι αν μου φύγει θα βρω άλλον” οδεύει προς την επιχειρηματική του αυτοκτονία.
Αυτά, όσον αφορά στην τήρηση “των εργασιακών” από τους εργοδότες σήμερα (και χωρίς καν να συνυπολογίσω το νομικό ρίσκο τυχόν παραβίασης). Έστω επομένως ότι οι επιχειρηματίες δεν θέλουν να παραβούν τον νόμο αλλά να τον αλλάξουν. Θα επέλεγαν άραγε ποτέ να τον αλλάξουν σε βάρος των εργαζομένων;
Η αύξηση των ωρών ή και των ημερών εργασίας δεν σημαίνει αύξηση της παραγωγικότητας.
Ακόμα και ο Economist λέει ότι ο εργαζόμενος παύει να είναι παραγωγικός αν υπερβεί τις 50 ώρες την εβδομάδα. Αν αυτό το λέει ο Economist, με ασφάλεια μπορούμε να το μειώσουμε κατά 10-20%, επιστρέφοντας στο γνωστό μας 40ωρο. Όσο και αν καθίσει περισσότερο από τόσο ένας εργαζόμενος στον χώρο εργασίας του, είναι αμφίβολο ότι θα κάνει κάτι ουσιαστικό.
Η εργασία σήμερα έχει γίνει σύνθετη, μακριά από τα βιομηχανικά πρότυπα του προηγούμενου αιώνα. Στις δυτικές κοινωνίες, που στηρίζονται περισσότερο στις υπηρεσίες παρά στην παραγωγή, ο εργαζόμενος δεν είναι πια ένα ρομπότ που εκτελεί μηχανικά μια εργασία. Χρειάζεται να χρησιμοποιεί (κυρίως) το μυαλό του. Ο στόχος εδώ είναι η ποιότητα, όχι η ποσότητα. Φθηνά προϊόντα, όσο και να προσπαθήσει μια ελληνική επιχείρηση, δεν θα καταφέρει να παράξει σε σχέση με μια άλλης (ανατολικότερης) χώρας. Σε έναν κόσμο e-commerce και διαδικτύου ακόμα και οι Έλληνες καταναλωτές μπορούν εύκολα να προμηθευτούν φθηνά προϊόντα απευθείας από το εξωτερικό. Οι ελληνικές επιχειρήσεις αναγκαστικά στοχεύουν πλέον στην ποιότητα – η οποία δεν επιτυγχάνεται με εξαντλημένους, και εκνευρισμένους, εργαζόμενους. Στην προσπάθεια αυτή τα συμφέροντα του επιχειρηματία και των εργαζομένων μπορεί να μην ταυτίζονται, αλλά είναι βέβαιο ότι το ευ ζην του ενός εξυπηρετεί τον άλλον.
Η αριστερή εικόνα ενός επιχειρηματία που θέλει να καταργήσει το ωράριο ώστε να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του ανήκει στον προηγούμενο αιώνα, όταν πράγματι ο βιομηχανικός εργάτης όλη μέρα γύριζε μια βίδα στην γραμμή παραγωγής. Όσο περισσότερες βίδωνε με τα ίδια λεφτά τόσο το καλύτερο για τον επιχειρηματία. Από τότε όμως άλλαξαν πολλά, ή μάλλον όλα. Στην εργασία το ζητούμενο για τον εργοδότη έχει, εδώ και καιρό, πάψει να είναι σωματικό και είναι πλέον πνευματικό. Η εικόνα ενός, ευτραφούς, επιχειρηματία που παχαίνει σε βάρος των αποστεωμένων και ξεθεωμένων υπαλλήλων του στην ψηφιακή εποχή του διαδικτύου είναι όχι μόνο παρωχημένη αλλά και αντιδραστική.