Δημοσιεύθηκε στην Οικονομική Επιθεώρηση, 23.06.2023

Πριν λίγες μέρες το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε για την οριστική του θέση στο Σχέδιο Νόμου για την Τεχνητή Νοημοσύνη. (Θεωρώ ότι η ελληνική μετάφραση του « ως «Πράξη», αντί για «Νόμος», «για την Τεχνητή Νοημοσύνη», είναι αποτυχημένη.) Το Σχέδιο Νόμου είχε συνταχθεί εδώ και λίγα χρόνια από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όπως προβλέπει η σχετική διαδικασία, την πρόταση της Επιτροπής επεξεργάζονται, χωριστά, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Το Συμβούλιο έχει ήδη αποφασίσει για τη δική του θέση εδώ και λίγους μήνες, επομένως τώρα αρχίζει ο, λεγόμενος, «τρίλογος» μεταξύ των τριών οργάνων, δηλαδή οι εσωτερικές διαπραγματεύσεις «κεκλεισμένων των θυρών», ώστε να καταλήξουν στο οριστικό κείμενο.

Αυτό που έγινε κάπως διαφορετικά αυτή τη φορά είναι ότι ο τρίλογος άρχισε την ίδια μέρα με την απόφαση του Κοινοβουλίου. Αυτό είναι ενδεικτικό της πίεσης χρόνου, ενόψει των Ευρωεκλογών του 2024: από τις αρχές του νέου έτους οι νομοθετικές εργασίες θα τερματιστούν, και, μετά τις εκλογές, ποιος ξέρει αν το νέο Κοινοβούλιο και η Επιτροπή θα έχουν τις ίδιες προτεραιότητες, και απόψεις, όπως σήμερα. Συνεπώς, υπάρχει ασφυκτική πίεση χρόνου να ολοκληρωθούν όλα σύντομα.

Σε κάθε περίπτωση, μόλις όλα τελειώσουν η Ευρώπη θα είναι η πρώτη στον κόσμο που θα αποκτήσει νόμο για τη ρύθμιση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Αυτή η εξέλιξη ούτε βιαστική ούτε απρόσμενη ήταν, παρά τη χρονική πίεση αυτής της περιόδου: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή που διορίστηκε το 2019 έθεσε ως προτεραιότητα τον «ψηφιακό μετασχηματισμό», και νομοθέτησε με συνέπεια και συνέχεια αντίστοιχα. Οι εργασίες πάνω στην Τεχνητή Νοημοσύνη είχαν ξεκινήσει ακόμα νωρίτερα, ήδη από το 2017. Με άλλα λόγια, ο ευρωπαϊκός Νόμος για την Τεχνητή Νοημοσύνη δεν είναι αποτέλεσμα των ημερών, και του ενδιαφέροντος που δημιούργησε, για παράδειγμα, το ChatGPT.

Αυτό που όμως ήταν αποτέλεσμα των ημερών ήταν οι νομοθετικές παρεμβάσεις στο αρχικό κείμενο της Επιτροπής τόσο από το Συμβούλιο όσο και από το Κοινοβούλιο. Στην ουσία, καθένας τους «εμπλούτισε» τις διατάξεις της Επιτροπής από το 2019 με τεχνολογίες των ημερών, δηλαδή του 2023. Έτσι, στις προτάσεις τους αντιμετωπίζονται ειδικά οι τεχνολογίες πίσω από το ChatGPT ή άλλες τεχνολογίες Τεχνητής Νοημοσύνης που έκαναν αισθητή την παρουσία τους πρόσφατα.

Ποιο είναι το πρόβλημα με αυτό; Ότι χάνεται η γενικότητα του νόμου και ο νομοθέτης φαίνεται να τρέχει, ασθμαίνοντας, πίσω από ό,τι νέο βγάζει κάθε φορά η βιομηχανία πληροφορικής Αυτή η στάση, αν και λύνει άμεσα προβλήματα, δεν οδηγεί ούτε σε μακροπρόθεσμες λύσεις (αν σκεφτεί κανείς ότι η προηγούμενη Οδηγία για τα προσωπικά δεδομένα ήταν του 1994 και εκείνη για το ηλεκτρονικό εμπόριο του 2000) ούτε, τελικά, δημιουργεί ασφάλεια δικαίου.

Ανεξαρτήτως των παραπάνω, αφού η Ευρώπη πρώτη νομοθετεί, τις λύσεις της θα είναι εκ των πραγμάτων αναγκασμένη να ακολουθήσουν τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Κίνα. Αυτό συνέβη άλλωστε και σε άλλους τομείς ρύθμισης των ψηφιακών τεχνολογιών, όπως για παράδειγμα στις μεγάλες online πλατφόρμες ή, παλαιότερα, στον GDPR. Δημιουργείται έτσι το λεγόμενο «Brussels effect», όπου τους νόμους της Ευρώπης αντιγράφουν, στην ουσία, όλοι οι άλλοι.

Όμως, υπάρχει ένας «ελέφαντας μέσα στο δωμάτιο» όταν η Ευρώπη μιλά για τη ρύθμιση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Αυτό το κοινό μυστικό αφορά στο γεγονός ότι οι αντίστοιχες τεχνολογίες δεν παράγονται στην Ευρώπη αλλά στις ΗΠΑ και την Κίνα. Στην ουσία, η Ευρώπη μόνο τις χρησιμοποιεί – και αν κανείς δεν πείθεται αν σκεφτεί ποιας «εθνικότητας» είναι οι εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης που γνωρίζει (όπως άλλωστε και οι online πλατφόρμες, όμως αυτό είναι μια άλλη συζήτηση).

Έτσι, επομένως, εξηγείται το κόμμα στον τίτλο αυτού εδώ του κειμένου. Ο πλήρης τίτλος του θα ήταν «Ευρωπαϊκοί κανόνες για την Τεχνητή Νοημοσύνη, που όμως δεν παράγεται στην Ευρώπη». Στην ουσία η Ευρώπη νομοθετεί για τις τεχνολογίες τρίτων, των ΗΠΑ και της Κίνας. Είναι και αυτό ένα ακόμα αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης. Αν θα αποδειχτεί για το καλύτερο ή το χειρότερο της Ευρώπης, των Ευρωπαίων και της τεχνολογίας μένει να αποδειχτεί στο μέλλον.