Δημοσιεύθηκε στο dotnews.gr την 16 Ιανουαρίου 2016
Στην Ελλάδα πορευόμαστε με τη γενική παραδοχή ότι οι λέξεις (και τα σκίτσα) δεν εννοούν αυτό που λένε αλλά έχουν πάντα ένα κρυμμένο νόημα πίσω τους. Το οποίο εμείς (μόνοι) αντιλαμβανόμαστε. Πιο πρόσφατο παράδειγμα, το σκίτσο της Charlie Hebdo με τον μικρό Αϊλάν. Όπου παρατήρησα έκπληκτος κάμποσους, από όλο το πολιτικό φάσμα, να το ερμηνεύουν όχι έτσι όπως φαίνεται με την πρώτη ματιά, ότι δηλαδή ο σκιτσογράφος είναι ένας ισλαμοφοβικός μισάνθρωπος που βγάζει το άχτι του, αλλά με έναν σχεδόν μεταφυσικό τρόπο: περίπου δηλαδή, ότι ο σκιτσογράφος και το περιοδικό μας θέτουν προ των ευθυνών μας, εμάς που υποκριτικά υποστηρίζουμε τους μετανάστες αλλά δεν τους θέλουμε στην πραγματικότητα δίπλα μας. Ή κάτι τέτοιο τέλοσπάντων (εννοείται, απαλλακτικό, έως υμνητικό, για τον σκιτσογράφο και το περιοδικό και αρνητικό για όλους εμάς τους υπόλοιπους που δεν πιάνουμε τα κρυμμένα και υψηλά νοήματα).
Αντιλαμβάνομαι την αγωνία του ερμηνευτή να πει κάτι. Όμως, γιατί να σταματήσουμε εκεί; Έτσι όπως τις μετράω μπορούμε να έχουμε κάμποσες αναγνώσεις: Μια πρώτη, ότι πρόκειται για ένα αισχρό, ισλαμοφοβικό σκίτσο ενός μισάνθρωπου. Μια δεύτερη, ότι μας θέτει προ των ευθυνών μας για την υποκριτική στάση καθενός από εμάς στο θέμα των μεταναστών. Μια τρίτη, ότι το περιοδικό κάνει ό,τι μπορεί για να τραβήξει την προσοχή και να πουλήσει φύλλα. Μια τέταρτη, ότι το περιοδικό είναι πράγματι ισλαμοφοβικό και εκμεταλλεύεται την ιστορία του ώστε να περάσει το μήνυμά του και να βγει λάδι χρησιμοποιώντας το παρελθόν του ως άλλοθι. Μια πέμπτη, ότι ισχύουν όλα τα παραπάνω, ένα για κάθε τμήμα του περιοδικού (αλλιώς δηλαδή σκέφτηκε ο σκιτσογράφος, αλλιώς ο διευθυντής έκδοσης, αλλιώς το τμήμα marketing κλπ.). Μια έκτη, κάτι άλλο.
Γιατί δηλαδή μια ερμηνεία είναι καλύτερη από μια άλλη; Κατέχει κανείς την εξ αποκαλύψεως αλήθεια; Οι ερμηνείες μπορεί να συνεχίζονται για πάντα – και καθένας να βρει αυτή που τον βολεύει, εκείνη που εξαρχής αναζητούσε.
Το θέμα όμως είναι, εμάς αυτή η ερμηνευτική διαδικασία γιατί ακριβώς πρέπει να μας απασχολεί; Τι σημασία έχει να κάνουμε δεύτερη ή τρίτη ή τέταρτη ανάγνωση του σκίτσου; Γιατί δηλαδή να μπούμε στον κόπο να ξεφύγουμε από την πρώτη, την προφανή; Γιατί πρέπει κάθε φορά να προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε (πάντα με έναν «ψαγμένο» τρόπο) κάτι που κατά τα άλλα μας κοιτά στα μάτια και δηλώνει αμέσως τι είναι – δηλαδή, στην περίπτωση του CH ένα αισχρό και απαράδεκτο αστείο;
Η απάντηση είναι ότι το κάνουμε επειδή αυτό κάνουμε συνήθως στην Ελλάδα. Επειδή αυτό είναι το εθνικό μας σπορ. Επειδή είμαστε όλοι μας υποψιασμένοι και ψαγμένοι. Επειδή μπορούμε πάντα να διαβάζουμε πίσω από τις λέξεις. Ακούμε ή διαβάζουμε ή βλέπουμε κάτι, και δεν το προσλαμβάνουμε έτσι ακριβώς όπως φαίνεται, αλλά θεωρούμε ότι αυτονόητα πίσω από τα λόγια και τις πράξεις των άλλων κρύβεται μια ερμηνεία. Την οποία πάντοτε εμείς (μόνο εμείς) αντιλαμβανόμαστε, και μάλιστα σωστά.
Μας λέγανε, για παράδειγμα, εδώ και δεκαετίες ότι το ασφαλιστικό θα «σκάσει» αν συνεχίσουμε να κάνουμε ό,τι κάνουμε, και εμείς ακούγαμε κάτι για «ξένα κέντρα εξουσίας». Μας λέγανε ότι είμαστε υπερδανεισμένοι και αντιπαραγωγικοί και εμείς ακούγαμε θόρυβο από ζηλόφθονους Ευρωπαίους. Μας λέγανε ότι για να πάρουμε λεφτά θα πρέπει πρώτα να περάσουμε αξιολόγηση και εμείς καταλαβαίναμε ότι παίζουν πολιτικό παιχνίδι σε βάρος μας. Τώρα μας λένε ότι οι επιχειρήσεις θα φύγουν, και εμείς ακούμε ότι εκβιάζεται μια νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση.
Η μονίμως ερμηνευτική πρόσληψη της πραγματικότητας συνιστά στην ουσία άρνησή της. Με άλλα λόγια, η ερμηνεία δεν βοηθά (τουλάχιστον την παραγωγική διαδικασία – την τέχνη ίσως περισσότερο…). Δεν μπορεί να σε κοιτά ένα αισχρό και με αμφίβολα κίνητρα σκίτσο στα μάτια και εσύ να σκέφτεσαι «δεν είναι δυνατόν, κάτι άλλο εννοεί ο σκιτσογράφος», και μετά να το παλεύεις με τη φαντασία σου. Πρώτα απ’ όλα, κατασπαταλάς χρόνο που δεν έχεις – και που δεν θα σου επιστρέψει κανείς όταν έρθει η ώρα να κριθείς εσύ για κάτι που έκανες. Δεύτερο, καταξοδεύεις το, πολύτιμο, τεκμήριο αθωότητας σε περιπτώσεις που το έγκλημα τελείται μπροστά στα μάτια σου (όποιος μου πει ότι δεν υπάρχει καθόλου σπέκουλα στο σκίτσο του CH…). Τρίτο, βαυκαλίζεσαι ότι ανήκεις σε κάτι ξεχωριστό, ότι καταλαβαίνεις πράγματα που οι άλλοι αδυνατούν να συλλάβουν, και εφησυχάζεις (και προσφέρεσαι για εκμετάλλευση σε καθοδηγητές). Τέλος, και το κυριότερο, απομακρύνεσαι από την πραγματικότητα, η οποία κατά κανόνα (δυστυχώς ή ευτυχώς) συντίθεται από ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι.
Η σύγχρονη (εντάξει, δυτική) ζωή είναι απλή και γρήγορη. Καθένας μας έχει λίγα δευτερόλεπτα για να κρίνει και να κριθεί. Οι πρώτες εντυπώσεις θεωρείται (καλώς ή κακώς) ότι είναι οι σωστές. Στις δυτικές κοινωνίες (ελέω και προτεσταντικής κουλτούρας) οι άνθρωποι ό,τι λένε αυτό ακριβώς εννοούν και επίσης φέρουν ευθύνη για τις πράξεις τους. Οι Έλληνες, που συνήθως είναι αποδέκτες των ενεργειών τρίτων, πρέπει πια να σταματήσουμε να ερμηνεύουμε και να αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε την κατάσταση έτσι όπως ακριβώς την ακούμε, τη βλέπουμε και τη διαβάζουμε – τελικά δηλαδή, έτσι όπως ακριβώς είναι στην πραγματικότητα.