Δημοσιέθηκε στο dEASY, 4.8.2016

Και να λοιπόν που με τρία σημειώματα συνοψίσαμε τις τρεις ελληνικές κοσμοθεωρίες: Στο πρώτο, ο Χρήστος Γιανναράς, όπως ο Αισχύλος, αναρωτιέται που χάθηκε η αξιοπρέπεια, οι αξίες των «παλιών» (των ενόπλων δυνάμεων, των δικαστών, της ακαδημίας κοκ.). Στο δεύτερο, εγώ σαν Αθηναίος μετά τους μηδικούς ζητάω να μαζέψουμε τα λεφτά στην πόλη και μετά ας βγάλει ο Περικλής έναν Επιτάφιο για να συνοψίσει τι και πως το κάναμε. Και ο Νίκος (Μουμούρης, παίρνω και ‘γω το θάρρος), που μπήκε στον κόπο να βγει απ’ το μούσκιο και τον ευχαριστώ γι αυτό, σκέφτεται τη, χριστιανική, αγάπη και την κατανόηση που φαίνεται ότι μας λείπουν, (ακούστε τι μας λέει σχετικά και ο Costello – Νίκο, δεν τρελαίνομαι για Beatles…). Η νεοελληνική ταυτότητα σε λίγες γραμμές.

Παραμένει όμως το βασικό, για μένα τουλάχιστον, ερώτημα: Ποια πρέπει να είναι η θέση της τεχνολογίας (συγκεκριμένα, του Internet) στη νεοελληνική κοινωνία;

Αυτό το ερώτημα είναι απολύτως σχετικό με αυτό που απασχολεί το Νίκο: «Εφόσον η κρίση είναι ένα είδος τοκετού, πώς γίνεται και μετά από έξι χρόνια γεμάτα ωδίνες να μην έχουμε μία δική μας έκφραση. […] εμείς άραγε ποιανού την αντίστοιχη δήλωση θα μπορούσαμε να προτάξουμε ή να κρατηθούμε από αυτή και να παραμείνουμε στον αφρό;»

Για εμένα η δική μας έκφραση μετά από τόσα χρόνια κρίσης είναι τεχνολογική (και, φυσικά, κοσμοπολίτικη κατά Τσαρούχη, ή πάντως εξαγώγιμη). Και αυτοί που την εκφράζουν σήμερα, είναι οι startuppers. Κατά τη γνώμη μου τόσο το ερώτημα του «εξελληνισμού» της σημερινής παγκόσμιας κατάστασης όσο και το «τι μας λείπει» απαντώνται μέσα από αυτούς.

Το εθνικό μας αφήγημα, όπως άλλωστε προκύπτει από το παραπάνω ερώτημα του Νίκου και την αγωνία του Γιανναρά, έχει «πέσει» πια χωρίς ορατό αντικαταστάτη. Το 1980 είχαμε ως εθνική εικόνα το δημόσιο υπάλληλο, το 1990 τον «εκσυγχρονιστή», πριν την κρίση τον γκλαμουρο-σελέμπριτι. Σήμερα; Τι εικόνα δίνει και θέλουμε να δίνει η κοινωνία μας;

Από την άλλη μεριά, η κοινωνία μας έχει αλλάξει. Ήταν ήδη μια κοινωνία υπηρεσιών από τη δεκαετία του 1970. Ομολογουμένως αναπτύχθηκε με στρεβλό τρόπο, κρατικοδίαιτη και εσωστρεφής. Και χτύπησε τοίχο εδώ και λίγα χρόνια. Τώρα όμως ήρθε από μηχανής θεός το internet για να της δώσει λύση. Αυτό το απόλυτο μέσο της παγκοσμιοποίησης μπορεί ίσως ν’ απειλεί εθνικές ταυτότητες (διευκολύνει όμως άλλες κοινωνικές ομάδες) όμως αποτελεί και καταπληκτική ευκαιρία για γλωσσικά και γεωγραφικά απομονωμένους πληθυσμούς σαν εμάς, να παίζουμε στο παγκόσμιο πρωτάθλημα απ’ το σαλόνι του σπιτιού μας. Αυτή την ευκαιρία ήδη την έχουν αρπάξει κάμποσοι γύρω μας.

Επομένως, η λύση βρίσκεται ήδη, ήδη δίνεται, μέσα σε αυτή τη νέα τεχνολογική πραγματικότητα της χώρας. Αυτό που ήδη κάνουν τα «κέντρα αριστείας» μας, όρος που περιλαμβάνει οτιδήποτε από επιτυχημένα startups μέχρι διεθνώς ανταγωνιστικά πανεπιστημιακά εργαστήρια, οφείλει να το αφομοιώσει και να το ενσωματώσει η υπόλοιπη νεοελληνική κοινωνία.

Και η αγάπη, που λέει ο Νίκος; Η κατανόηση; Προφανώς και χρειάζονται. Είναι το μόνο αντίδοτο στην κοινωνική κρίση που περνάμε. Η τεχνολογία είναι πολύ εύκολο να εκτραπεί – και υποθέτω ότι αυτό εννοούσε ο Δερτούζος: Με το να «καθαρίζουμε» τα προφίλ μας στο facebook από αντιφρονούντες δεν κάνουμε τίποτ’ άλλο από το να μεταφέρουμε την πόλωση των μπλε και πράσινων καφενείων της δεκαετίας του 1980 στον ιντερνετικό μας κόσμο.

Ίσως τελικά η απάντηση να είναι στη Σύνθεση. Αυτό περίπου έκανε η Γενιά του 1930, προσπάθησε να φέρει τα διεθνή στα δικά μας μέτρα, κρατώντας ό,τι από τα παλιά άξιζε (ή μπορούσε) να κρατηθεί – χαρίζοντας στην πορεία δύο Νόμπελ στη χώρα. Ίσως αυτό πρέπει να κάνουμε και εμείς: Να κρατήσουμε την εθνική μας αξιοπρέπεια, τις παραδόσεις μας και την ιστορία μας, και ν’ αποβάλουμε κάποια χαρακτηριστικά της φυλής που, αποδεδειγμένα πια, δεν μας προσφέρουν τίποτα: Την τζάμπα μαγκιά, την κουτοπονηριά, το κουκούλωμα και τα στραβά μάτια. Γίνεται όλ’ αυτά να έχουν τεχνολογική έκφραση, ν’ αποτελέσουν τη δική μας μοναδικότητα στο παγκοσμιοποιημένο ιντερνετικό περιβάλλον; Ιδού το ερώτημα που θα πρέπει να απαντήσει η γενιά μας, αν θέλει να δώσει λύση στο πρόβλημα της κοινωνίας και να ξεφύγει ταυτόχρονα από τη, βαριά, σκιά των προγόνων της.

(…στη σύνθεση, άλλωστε, τα βρήκαν τελικά ακόμα και ο Costello με τους Beatles…)