Εισαγωγή
Ακολουθεί τη λογική το κομματικό-πολιτικό οικοδόμημα της κεντροδεξιάς και της δεξιάς στην Ευρώπη; Και, αν η απάντηση είναι θετική, πώς θα μπορούσε να περιγραφεί με μεγαλύτερη ακρίβεια; Ποια είναι τα ιδεολογικά σύνορα μεταξύ των πολιτικών οικογενειών που δεν μπορεί να διαπεραστούν;Προφανώς, υπάρχουν περισσότερες οπτικές γωνίες υπό τις οποίες μπορεί ν’ απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα. Η δική μου είναι εκείνη ενός επαγγελματία που διαχειρίστηκε, ή τουλάχιστον παρακολούθησε από κοντά, αυτά τα ζητήματα για περισσότερα από 30 χρόνια: ως πρόεδρος της οργάνωσης-ομπρέλας των Ευρωπαίων Νέων Χριστιανοδημοκρατών και Συντηρητικών στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ως γενικός γραμματέας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), ως γενικός γραμματέας της κοινοβουλευτικής του ομάδας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στη συνέχεια για περισσότερο από μια δεκαετία ως γενικός γραμματέας του ίδιου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990 το κύριο καθήκον μου ως γενικού γραμματέα του ΕΛΚ ήταν να καθιερώσω το κόμμα για πρώτη φορά με άμεσες εκλογές ως την ηγετική δύναμη στην Ευρώπη. Μέσω μιας πολιτικής «συγχωνεύσεων και εξαγορών», ο στόχος αυτός επιτεύχθηκε στις ευρωεκλογές του 1999 και έθεσε τα θεμέλια για την κυρίαρχη θέση του ΕΛΚ στην ΕΕ για το επόμενο τέταρτο του αιώνα. Αυτό αποτέλεσε απαραίτητη προϋπόθεση για τις διαδοχικές προεδρίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από τους Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ και Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.Πολιτικά κόμματα προσχώρησαν στο ΕΛΚ με βάση το πολιτικό του πρόγραμμα, όπως αυτό υιοθετήθηκε στην Αθήνα το 1992.[1] Προήλθαν τόσο από τη φιλελεύθερη όσο και από τη συντηρητική πλευρά του πολιτικού φάσματος και τις αντίστοιχες Ευρωπαϊκές πολιτικές οργανώσεις τους.Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Πορτογαλίας (Partido Social Democrata) καθώς και η Συμμαχία Νέων Δημοκρατών (Fiatal Demokraták Szövetsége) από την Ουγγαρία εγκατέλειψαν τη Φιλελεύθερη Διεθνή (Liberal International) και το ευρωπαϊκό της τμήμα και μεταπήδησαν στο ΕΛΚ. Οι Σκανδιναβοί συντηρητικοί και η Γαλλική Συσπείρωση για τη Δημοκρατία (Rassemblement pour la République) συνεργάζονταν επί μακρόν στην Ευρωπαϊκή Δημοκρατική Ένωση (European Democrat Union) πριν ενσωματωθούν πλήρως στο ΕΛΚ και η Ένωση αυτή διαλυθεί. Εξίσου, η Forza Italia έγινε επίσης δεκτή σε αυτό το διευρυμένο ΕΛΚ.Έτσι, το ΕΛΚ διακλαδώθηκε προς δύο κατευθύνσεις ταυτόχρονα και απορρόφησε τμήματα τόσο της φιλελεύθερης όσο και της συντηρητικής οικογένειας στην Ευρώπη. Τελικά, η ανάπτυξη του κόμματος ακολούθησε το μοντέλο της γερμανικής Χριστιανοδημοκρατίας, η οποία διαμορφώθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ως ένωση Καθολικών και Προτεσταντών και επομένως όφειλε να ενσωματώσει τόσο την Καθολική Χριστιανο-Κοινωνική (Catholic Christian-Social) όσο και την Προτεσταντική συντηρητική και φιλελεύθερη παράδοση.Αυτή η διακλάδωση σηματοδότησε επίσης και το τέλος του νομιναλισμού. Δεν αρκούσε πλέον να περιλαμβάνεται στο όνομα ενός κόμματος η λέξη Χριστιανικό ή Καθολικό για να εγκριθεί η αίτησή του. Κατά συνέπεια, κάποια υποψήφια κόμματα από την Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη που αυτοχαρακτηρίζονταν ως Χριστιανικά ή Καθολικά, όπως η Πολωνική Χριστιανική Εθνική Ένωση (Zjednoczenie Chrześcijańsko-Narodowe), απορρίφθηκαν λόγω της εχθρικής στάσης τους προς την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.Αυτή η αλλαγή ήταν εκ των πραγμάτων αναγκαστική. Η νομοπαραγωγική διαδικασία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απαιτεί τη διαμόρφωση κοινών θέσεων, ιδίως όσον αφορά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Πώς λειτούργησαν τα πράγματα στην πράξη;
Όλοι οι νέοι εταίροι ενσωματώθηκαν καλά σε σχέση με το κοινοβουλευτικό έργο. Ο Φιλελευθερισμός, η Χριστιανοδημοκρατία και ο Συντηρητισμός δεν δημιούργησαν αξεπέραστες διαχωριστικές γραμμές στην καθημερινή πρακτική, αλλά αποτέλεσαν χρήσιμα συμπληρώματα στο διευρυμένο ΕΛΚ. Η Forza Italia έγινε μάλιστα η πιο συνεπής αντιπροσωπία του ΕΛΚ στις ψηφοφορίες. Η στρατηγική της διεύρυνσης δικαιώθηκε, όμως το ζήτημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης τελικά αποδείχθηκε ότι ήταν πράγματι μια σκληρή διαχωριστική γραμμή.Οι εθνικές ηγεσίες τόσο των Βρετανών Συντηρητικών όσο και του ουγγρικού Fidesz στράφηκαν με αυξανόμενη ένταση κατά της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αντικειμενικά, ήταν περισσότερο εχθρικές παρά επιφυλακτικές. Οι Βρετανοί Συντηρητικοί αποχώρησαν από την κοινοβουλευτική ομάδα το 2009, κάνοντας μια εθνικιστική στροφή-προοίμιο της αποχώρησης της χώρας από την ΕΕ μετά το δημοψήφισμα του 2016. Η εκστρατεία μίσους του Βίκτορ Όρμπαν κατά του Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ και η σύναψη σχέσεων με τον Βλαντίμιρ Πούτιν και τη Μαρίν Λεπέν έκαναν αδύνατη τη συνέχιση της σχέσης του Fidesz με το ΕΛΚ. Η υπονόμευση από τον Όρμπαν των δημοκρατικών θεσμών στο εσωτερικό της ίδιας της Ουγγαρίας ολοκλήρωσε την εικόνα.Η πραγματική διαχωριστική γραμμή, επομένως, δεν είναι ο Συντηρητισμός, ο Φιλελευθερισμός ή η Χριστιανοδημοκρατία, αλλά η Ευρωπαϊκή ή η εθνικιστική θεώρηση.
Η διαίρεση του εθνικιστικού χώρου
Εντός του εθνικιστικού αυτού χώρου πραγματική διαχωριστική γραμμή αποτέλεσε, στις εξωτερικές σχέσεις, η υιοθέτηση φιλοαμερικανικών ή φιλοπουτινικών θέσεων, και, στο εσωτερικό (σε μεγάλο βαθμό συνδεδεμένη με αυτές) η εποικοδομητική σχέση με την ΕΕ ή η συστηματική εναντίωση σε αυτήν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία δύο ξεχωριστών πολιτικών ομάδων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.Η ακροδεξιά μέσα σε αυτόν τον εθνικιστικό χώρο μπορεί επομένως να χαρακτηριστεί ως αντιπολίτευση με δύο πόλους: υπονομεύει τόσο την διατλαντική εταιρική σχέση όσο και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η πολιτική τάξη που εγκαθιδρύθηκε μετά το 1945, με βασικά συστατικά στοιχεία τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος δικαίου, την ελευθερία του Τύπου, τον πλουραλισμό, τη διατλαντική συμμαχία και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, έχει αποδείξει και με το παραπάνω την αξία της. Μετά από περισσότερα από 70 χρόνια, η αμφισβήτησή της δεν μπορεί πλέον να χαρακτηριστεί Συντηρητισμός. Αν η ακροδεξιά εγείρει οποιαδήποτε αξίωση Συντηρητισμού, αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την έννοια της προ του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου κατάστασης. Δηλαδή, ο Συντηρητισμός ως αυταρχισμός και ανελευθερία.Πρόκειται για έναν εθνικισμό που υπόσχεται προστασία μέσω της εσωστρέφειας και που είναι ελκυστικός σε όσους μένουν πίσω. Με αυτόν τον τρόπο ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε την πλειοψηφία την πρώτη φορά, απευθυνόμενος στους εργάτες άνθρακα και χάλυβα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Μαρίν Λεπέν εκλέγεται στην πρώην κομμουνιστική καρδιά της βόρειας Γαλλίας των ανθρακωρυχείων. Και με αυτόν τον τρόπο ο Μπόρις Τζόνσον έσπασε το «κόκκινο τείχος» των πρώην εκλογικών περιφερειών των Εργατικών στη βιομηχανοποιημένη βόρεια Αγγλία. Πρόκειται για θέμα κοινωνικού εθνικισμού.
Είναι δυνατή η αλλαγή;
Μετά τη ρωσική επίθεση κατά της Ουκρανίας, αυτή η διαίρεση στον εθνικιστικό χώρο μπορεί να ξεπεραστεί και να προκύψει ένα μεγαλύτερο μπλοκ. Ο πουτινισμός δεν αποτελεί πλέον βιώσιμη επιλογή στην πολιτισμένη Ευρώπη.Όμως, εξίσου, οι ανάγκες κατά την άσκηση εξουσίας μπορούν να οδηγήσουν σε μετριοπάθεια και εκπαίδευση και σε μια πιο δεκτική στάση απέναντι στην Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Προς τα εκεί φαίνεται να κατευθύνονται τα ηγετικά κόμματα τόσο της τσεχικής όσο και της νέας ιταλικής κυβέρνησης. Τριάντα χρόνια μετά την κατάρρευση του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (Democrazia Cristiana), το ιταλικό πολιτικό τοπίο βρίσκεται ακόμη σε πλήρη μετάβαση με αδιευκρίνιστη έκβαση. Πολιτικά κόμματα έχουν μετακινηθεί προς την εθνικιστική δεξιά, όπως εξηγήθηκε παραπάνω. Όμως και η αντίθετη κατεύθυνση είναι εξίσου πιθανή, έχει ήδη συμβεί στο παρελθόν και παραμένει ένα ενδεχόμενο για το μέλλον. Η επιτυχής μετατροπή της Λαϊκής Συμμαχίας (Alianza Popular) στην μετα-Φράνκο εποχή στο μετριοπαθές και φιλοευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (Partido Popular) είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ο Χοσέ Μαρία Αθνάρ αναδιάρθρωσε τον ισπανικό πολιτικό χώρο, ενώνοντας το Συντηρητικό του κόμμα με μικρότερους Χριστιανοδημοκρατικούς και Φιλελεύθερους σχηματισμούς. Η πλήρης υιοθέτηση της πολιτικής τάξης μετά το 1945, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, είναι η απαραίτητη προϋπόθεση. Η σταθερότητα του πολιτικού συστήματος της ΕΕ εξαρτάται από την αυτοδιόρθωση των πιο ριζοσπαστικών πολιτικών κομμάτων, τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς, προς το κέντρο, και συνεπώς αυτές οι κινήσεις θα πρέπει να ενθαρρύνονται και να χαιρετίζονται. Ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς – Προοδευτική Συμμαχία (ΣΥΡΙΖΑ) στην Ελλάδα, ο οποίος προέρχεται από την άκρα αριστερά, το έκανε αυτό κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, αποδεχόμενος την ανάγκη να διεξαχθούν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για να μπορέσει η Ελλάδα να παραμείνει στην ευρωζώνη. Το ίδιο θα πρέπει να κάνει και το Sinn Féin, αν θέλει ποτέ να κυβερνήσει την Ιρλανδία. Στην πράξη, ο μετασχηματισμός σε εποικοδομητικό εταίρο προσφέρει επίσης τη δυνατότητα να αντιμετωπιστούν επίκαιρα ζητήματα με μεγαλύτερη επιτυχία. Η σημασία των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης και η προστασία τους, τα όρια στη μετανάστευση ή η έλλειψη δημόσιων υπηρεσιών σε αγροτικές περιοχές είναι μόνο μερικά από αυτά.
Γιατί είναι τόσο σημαντική η αποδοχή της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης;
Η ευρωπαϊκή ήπειρος σήμερα δομείται από δύο και μόνο δύο αρχές: την αυτοκρατορία στην Ανατολή, ως έκφραση των ρωσικών αυτοκρατορικών και αποικιοκρατικών βλέψεων, και την ΕΕ, ως Ένωση πολιτών και κρατών στο Κέντρο και τη Δύση, που παρέχει καταφύγιο και προστασία και μια σχέση βασισμένη στο κράτος δικαίου. Δεν είναι επομένως περίεργο που κράτη όπως η Ουκρανία ή η Μολδαβία επιθυμούν απεγνωσμένα να ενταχθούν στην ΕΕ ως «ασφαλή λιμένα». Ακόμη και τα κράτη που δεν θέλησαν ποτέ ή δεν θέλουν πλέον να γίνουν Μέλη, εξακολουθούν να αισθάνονται την ανάγκη να συνάψουν στενές συμβατικές σχέσεις με την ΕΕ. Η αυτοκρατορία δεν αποτελεί ελκυστική επιλογή για τους γείτονες της Ρωσίας, επειδή κατ’ ανάγκην συνδέεται με τη βία και την υποταγή. Η έννοια της αυτοκρατορίας είναι μια προσπάθεια επαναφοράς των κανόνων του 19ου αιώνα της ηπείρου μας στον 21ο αιώνα. Για όλες τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, η ΕΕ είναι, με μια πολύ άμεση έννοια, ο διασώστης του κράτους-έθνους και η προϋπόθεση για την επιβίωσή του. Πέραν όμως αυτού, η ΕΕ παρέχει και στα 27 Κράτη-Μέλη της μηχανισμούς για την ειρηνική επίλυση συγκρούσεων και λειτουργικότητες που δεν μπορούν να εξασφαλίσουν μόνα τους. Η ΕΕ αποτελεί το απαραίτητο συμπλήρωμα του κράτους-έθνους, επιτρέποντάς του να ευδοκιμήσει και να ευημερήσει, όπως ακόμη και οι Βρετανοί άρχισαν να συνειδητοποιούν με καθυστέρηση. Μαζί μπορούμε να υπερασπιστούμε τα συμφέροντά μας σε έναν κόσμο που γίνεται και πάλι όλο και πιο επικίνδυνος. Η ΕΕ είναι το καθημερινό μας modus vivendi και operandi.
Μπορεί η ΕΕ να προστατεύσει;
Αν οι λαϊκιστικές πολιτικές δυνάμεις περιγράφονται ορθότερα ως κοινωνικοί εθνικιστές οι οποίοι ανταποκρίνονται στα αιτήματα προστασίας μέσω της εσωστρέφειας, τίθεται το ερώτημα αν η ΕΕ μπορεί εξίσου να παρέχει προστασία, όμως εντός ενός ανοιχτού πολιτικού συστήματος. Η πρόσφατη ιστορία των κρίσεων μπορεί να γίνει κατανοητή και ως μια διαδικασία εξασφάλισης από την ΕΕ των απαραίτητων εργαλείων για την παροχή προστασίας. Ως συνέπεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί πλέον να εποπτεύει τις σημαντικότερες συστημικές τράπεζες σε όλα τα Κράτη-Μέλη. Διεύρυνε με επιτυχία την εργαλειοθήκη της για την αποφυγή αποπληθωριστικών πιέσεων. Μετά την κρίση της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης του 2015, η ΕΕ διαθέτει πλέον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και κατάφερε να συνάψει λειτουργικές συμφωνίες με γειτονικά κράτη για τον καλύτερο έλεγχο των μεταναστευτικών ροών. Μετά τις πρώτες έξι εβδομάδες που οι εθνικές κυβερνήσεις προσπαθούσαν να διαχειριστούν μόνες τους τον Covid-19, δημιουργώντας συνοριακούς ελέγχους και περιορισμούς στις εξαγωγές, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέλαβε δράση με επιτυχία και εξασφάλισε ότι όλα τα Κράτη-Μέλη, πλούσια ή φτωχά, μεγάλα ή μικρά, έλαβαν εξίσου πρόσβαση στα απαραίτητα υλικά, ιδίως στα εμβόλια. Επιπλέον, το πρόγραμμα NextGenerationEU παρείχε σε όλα τα Κράτη-Μέλη, αλλά κυρίως σε εκείνα που επλήγησαν περισσότερο από τον Covid-19, τα οικονομικά μέσα για να μετασχηματίσουν τις οικονομίες τους. [2] Η επιθετικότητα της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας οδήγησε την ΕΕ να αναλάβει ηγετικό ρόλο στη στήριξη της Ουκρανίας και, ως εκ τούτου, στην προστασία των ανατολικών Κρατών-Μελών της, συμπεριλαμβανομένης της λήψης πολύ αυστηρών κυρώσεων, της χρηματοδότησης όπλων και της λήψης τολμηρών μέτρων για την αναζωογόνηση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Η ΕΕ αναλαμβάνει τώρα να διασφαλίσει την πρόσβασή της στις κρίσιμες πρώτες ύλες και την τεχνολογία που απαιτούνται για την προστασία της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Όλα τα παραπάνω παραδείγματα δείχνουν ότι η Ευρώπη αποδεικνύει όλο και περισσότερο πως μπορεί να συμπληρώσει τις προσπάθειες απελευθέρωσης της εσωτερικής αγοράς με την αποτελεσματική προστασία των πολιτών της.
Ποια θα μπορούσε να είναι η προγραμματική βάση του σύγχρονου ΕΛΚ;
Το διευρυμένο ΕΛΚ συγκεντρώνει τις πολιτικές ιδέες των Χριστιανοδημοκρατών, των Συντηρητικών και των Φιλελευθέρων σε μια ολοκληρωμένη πολιτική πλατφόρμα. Το ΕΛΚ υιοθετεί πλήρως τη φιλελεύθερη πολιτική τάξη, όπως αυτή εδραιώθηκε μετά το 1945, συμπεριλαμβανομένης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, του πλουραλισμού, του κράτους δικαίου και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, καθώς και μια εν γένει προτίμηση της αγοράς έναντι του κράτους, και επομένως δεν θα μπορούσε ποτέ να υποστηρίξει την ανελευθερία. Ο σύγχρονος συντηρητισμός συνεχίζει να παρέχει μια σειρά από αιώνιες αλήθειες: δεν αποτελεί κάθε μεταρρύθμιση πρόοδο. Η σοφία πολλών γενεών είναι συσσωρευμένη στους υπάρχοντες θεσμούς. Οι επαναστάσεις και ο εξτρεμισμός υπήρξαν τις περισσότερες φορές συνταγές για βία, κακουχίες και έλλειψη σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ζωής. Ο πραγματισμός και η κοινή λογική πρέπει να προτιμώνται από την ιδεολογία. Η βασική συντηρητική επιδίωξη είναι η διατήρηση. Η βιωσιμότητα είναι η προϋπόθεση για τη διατήρηση. Ό,τι δεν είναι βιώσιμο παραβιάζει τη δικαιοσύνη μεταξύ των γενεών και θέτει σε κίνδυνο το κοινό μας μέλλον. Αν οι συντηρητικοί επιθυμούν να διατηρήσουν, η βιωσιμότητα είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος. Η Χριστιανοδημοκρατία βασίζεται στην ουσία σε μια σειρά από έννοιες για τη συμφιλίωση των φαινομενικά ασυμβίβαστων στην κοινωνία: κοινωνική οικονομία, ατομισμός, επικουρικότητα, φεντεραλισμός, λαϊκό κόμμα και κόμμα του κέντρου. Η επίτευξη μιας δίκαιης ισορροπίας στην κοινωνία είναι η πολιτική αποστολή της Χριστιανοδημοκρατίας. Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος οι κοινωνίες να προτιμούν το παρόν από το μέλλον. Έχουμε όμως επίσης βιώσει κομμουνιστικά καθεστώτα που κατέστρεψαν το παρόν στο όνομα ενός λαμπρού μέλλοντος που δεν ήρθε ποτέ. Η βιωσιμότητα απαιτεί τη συμφιλίωση και των δύο, του σήμερα και του μέλλοντος.
Συνεπώς, η βιωσιμότητα πρέπει να είναι η βασική φιλοδοξία, που θα ενώνει τις γενιές. Η βιωσιμότητα διαπερνά όλους τους πολιτικούς τομείς, κινδυνεύει εμφανώς σήμερα, και οφείλει ν’ αντιμετωπίσει τα «7 D», όπως αναπτύχθηκαν και δημοσιεύθηκαν από το Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών Wilfried Martens, μαζί με 175 ειδικότερες πολιτικές προτάσεις. [3] Τα «7 D» είναι τα εξής:
– Η βιωσιμότητα του χρέους (debt) διασφαλίζει ότι δεν ζούμε εις βάρος των μελλοντικών γενεών.
– Η άμυνά μας (defence) χρειάζεται επειγόντως αναβάθμιση και επαύξηση της ικανότητας της Ευρώπης να αμυνθεί τουλάχιστον συμβατικά, προκειμένου να εγγυηθεί την ελευθερία και τη ζωή μας αύριο.
– Η επίτευξη ουδετερότητας ως προς τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μέσω μιας διαδικασίας απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές (decarbonization) με παράλληλη διατήρηση της ενεργειακής ασφάλειας και της ανταγωνιστικότητας είναι ζωτικής σημασίας.
– Η δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ των γενεών οφείλει να εξισορροπήσει το μεταβαλλόμενο δημογραφικό (demography).
– Η δημοκρατία μας (democracy) κινδυνεύει από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, την υπερβολή της εκτελεστικής εξουσίας και από τον έλεγχο των παραδοσιακών και των νέων κοινωνικών μέσων (social media) από τους λίγους, και χρειάζεται ενεργή ενίσχυση.
– Πρέπει να εκμεταλλευτούμε περισσότερο την ψηφιακή (digital) επανάσταση, αν θέλουμε να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί.
– Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης κατέστησε την οικονομία το κυρίαρχο αφήγημα. Αυτό έχει πλέον αντικατασταθεί από την ασφάλεια. Συνεπώς, πρέπει να απομειώσουμε τους κινδύνους (de–risk) από την παγκοσμιοποίηση.
Ο Μαξ Βέμπερ μας δίδαξε ότι οι πολιτικοί χρειάζονται πάθος (Leidenschaft) και ισορροπημένη κρίση (Augenmaß). Επομένως, η βιωσιμότητα θα πρέπει να επιδιωχθεί με βιώσιμο τρόπο.[4]
Συμπέρασμα
Το πολιτικό πρόγραμμα του ΕΛΚ καθορίζεται από την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, τη διατλαντική συμμαχία και την υπεράσπιση της δημοκρατικής τάξης που εγκαθιδρύθηκε μετά το 1945. Το ΕΛΚ συγκεντρώνει λαϊκά κόμματα που στοχεύουν να αποτελέσουν μια δύναμη συμφιλίωσης μέσα στην κοινωνία και στηρίζονται σε συμπεριληπτικές έννοιες όπως η κοινωνική οικονομία, η επικουρικότητα, η ατομικότητα και ο φεντεραλισμός. Αυτές πρέπει απαραιτήτως να συμπληρώνονται από την επιδίωξη της βιωσιμότητας σε όλους τους τομείς πολιτικής, συμφιλιώνοντας έτσι το παρόν και το μέλλον.
Το άρθρο του Klaus Welle, προέδρου του επιστημονικού συμβουλίου του Κέντρου Ευρωπαϊκών Σπουδών Wilfried Martens των Βρυξελλών, αποτελεί αναθεωρημένη εκδοχή αντίστοιχου που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Le Grand Continent στα γαλλικά. Βλ. http://tinyurl.com/yhnbtca9. Η μετάφραση έγινε από τον Καθηγητή Νομικής στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βρυξελλών Βαγγέλη Παπακωνσταντίνου.
[1] T. Jansen and S. van Hecke, At Europe’s service; The origins and evolution of the European People’s Party, Springer, Βερολίνο 2011, σσ. 283-317.
[2] NextGenerationEU, ΕΕ (2023). http://tinyurl.com/wfujw5wb. Πρόσβαση στις 27 Ιουνίου 2023.
[3] P. Hefele, K. Welle, E. Drea, D. Lilkov, N. Nováky, V. Novotný, F. Reho, and G. Walshe, The 7Ds for Sustainability: Strategic Policy Initiatives for the European Centre-Right. Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών Wilfried Martens, Βρυξέλλες, Απρίλιος 2023. http://tinyurl.com/2wf7vh4z. Πρόσβαση στις 28 Ιουνίου 2023.
[4] M. Weber, Politik als Beruf, Duncker & Humblot, Μόναχο 1926.