Δημοσιεύθηκε στο emea.gr, 10 Σεπ 2018

 

Καθώς βρέθηκα στα Χανιά για διακοπές έπεσε στα χέρια μου τυχαία το εορταστικό βιβλιαράκι για το Μεγάλο Αρσενάλι και την ανακαίνισή του, που τελείωσε το 2002 (site δικό του δεν έχει, οπότε ορίστε το πρώτο αποτέλεσμα google search). Σε αυτό προλόγισαν ο τότε υπουργός Πολιτισμού, o Νομάρχης και o Δήμαρχος, και ανέλυσαν οι μηχανικοί που ανέλαβαν το έργο.

Το έργο κόστισε 1 δισ. δραχμές περίπου. Στο βιβλιαράκι δεν γράφτηκε ούτε μια γραμμή για το τι θα γίνει μετά, αν όχι πώς θα βγάλει την επένδυσή του τουλάχιστον πώς θα συντηρηθεί στην άριστη κατάσταση στην οποία παραδόθηκε. Το μόνο που αναφέρθηκε είναι ότι θα στεγάσει το Κέντρο Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου – αξιόλογος στόχος, αλλά (φαντάζομαι) με ελάχιστα εχέγγυα οικονομικής επιβίωσης για το μέλλον.

Εκεί ακριβώς βρίσκεται το πρόβλημα με τα έργα του δημοσίου. Αντί να θεωρείται αυτονόητο ότι θα συνοδεύονται από επιχειρηματικό σχέδιο, πώς δηλαδή το έργο θα επιβιώσει οικονομικά, κάτι τέτοιο θεωρείται περιττό, αν όχι ηθικά κατακριτέο. Η οικονομοτεχνική μελέτη (ή η μελέτη βιωσιμότητας, η σκοπιμότητα δεν με νοιάζει) που θεωρείται αυτονόητη στον ιδιωτικό τομέα, παραμένει άγνωστη λέξη στο δημόσιο. Παρότι το δημόσιο τη γνωρίζει και την επιβάλλει σε τρίτους, όταν για παράδειγμα επιχορηγεί επιχειρήσεις, το ίδιο για τα έργα τα δικά του προτιμά να την αγνοεί.

Προφανώς αυτό δεν περιμένω να ισχύσει παντού. Οι τομείς της εκπαίδευσης, της υγείας και της ασφάλειας (διαβάστε τους με όποια σειρά εσείς προτιμάτε) εξαιρούνται. Κανείς δεν περιμένει απόσβεση με όρους αγοράς εκεί. Όμως, σε όλους, μα όλους, τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας, σε όλα τα δημόσια έργα πρέπει να υπάρχει οικονομοτεχνική μελέτη. Που θα αναλύει πώς τα έργα θα επιβιώσουν στο μέλλον. Και της οποίας η εκτέλεση θα παρακολουθείται.

Ο κρατικός προϋπολογισμός δεν διαφέρει από τον οικογενειακό προϋπολογισμό: ένα ποσό λιγότερο ή περισσότερο δεδομένο, από το οποίο αν βάλεις κάπου αφαιρείς από κάπου αλλού. Τα λεφτά, όπως μας δίδαξε η πρόσφατη ιστορία μας, τελικά δεν φυτρώνουν στα δέντρα. Αν λοιπόν ένας Δήμος αποφασίσει να ανακαινίσει ένα ιστορικό του κτήριο, αφαιρεί λεφτά από τα σχολεία του ή τις υπηρεσίες καθαριότητας. Έστω ότι το αποφασίζει για δικούς του λόγους – ας μας πει τουλάχιστον πώς το έργο του δεν θα ζητάει διαρκώς κι άλλα χρήματα υποθηκεύοντας το μέλλον και καταλήγοντας ένα άπατο βαρέλι.

Τι σχέση έχουν όλα αυτά με το Μεγάλο Αρσενάλι; Καμία, μόνο αφορμή ήταν το βιβλιαράκι που έπεσε στα χέρια μου. Σήμερα, (πέτυχε άραγε ν’ αποτελέσει κέντρο για την αρχιτεκτονική της Μεσογείου 15 χρόνια μετά;), από όσο βλέπω το διαχειρίζεται πλέον δημοτική επιχείρηση, ως συνεδριακό κέντρο για εκδηλώσεις. Τώρα που το κοιτάω, καμία εκδήλωση δεν είναι προγραμματισμένη για το μέλλον, και είναι Σεπτέμβρης. Υποθέτω, συνεπώς, ότι δεν αυτοσυντηρείται…